Ad litem - Όλες οι γλώσσες
En droit, limité au seul procès en cause
Μετάβαση στη σελίδα
For a lawsuit
(or naction)
Μετάβαση στη σελίδα
Pentru proces
Μετάβαση στη σελίδα
Till en lag
= För en stämning; till en stämning/handling
Μετάβαση στη σελίδα
Ad litem
Μετάβαση στη σελίδα
Πρότζεκτ - Latin quotes and sentences