Είστε αλλεÏγικοί σε κάποιο ... - Όλες οι γλώσσες
Etes-vous allergique à un médicament quelconque?
Μετάβαση στη σελίδα
Are you allergic to any medicine?
Μετάβαση στη σελίδα
É alérgico(a) a algum medicamento?
Μετάβαση στη σελίδα
У Ð’Ð°Ñ ÐµÑÑ‚ÑŒ Ð°Ð»Ð»ÐµÑ€Ð³Ð¸Ñ Ð½Ð° какие-либо лекарÑтвенные препараты?
Μετάβαση στη σελίδα
¿Tiene usted alergia a algún medicamento?
If female: Es Usted alergica a algun remedio?
Μετάβαση στη σελίδα
ä½ æ˜¯å¦å¯¹æŸäº›è¯ç‰©è¿‡æ•ï¼Ÿ
Μετάβαση στη σελίδα
è–¬å“ã«ã‚¢ãƒ¬ãƒ«ã‚®ãƒ¼ãŒã‚ã‚Šã¾ã™ã‹ yakuhin ni arerugii ga arimasuka
Μετάβαση στη σελίδα
Haben Sie eine Allergie gegen irgendein Arzneimittel?
Μετάβαση στη σελίδα
Czy jesteÅ› uczulony na jakieÅ› leki?
Μετάβαση στη σελίδα
Allergiás vagy bármilyen gyógyszerre?
Allergiás bármilyen gyógyszerre?
Μετάβαση στη σελίδα
Bent u/Ben je allergisch voor een medicijn?
Μετάβαση στη σελίδα
Sunteţi alergic la vreun medicament?
Μετάβαση στη σελίδα
Herhanbi ilaca karsi alerjin var mi?
Μετάβαση στη σελίδα
Är du allergisk mot några mediciner?
Μετάβαση στη σελίδα
Oletko allerginen jollekin lääkkeelle?
Μετάβαση στη σελίδα
יש לך רגישות לתרופות כלשהן?
Μετάβαση στη σελίδα
Ste alergický/á na nejaké lieky?
Μετάβαση στη σελίδα
هل أنت Øسّاس إلى أيّ طبّ ØŸ
Μετάβαση στη σελίδα
Είστε αλλεÏγικοί σε κάποιο φάÏμακο;
Μετάβαση στη σελίδα
Er du allergisk overfor noget medicin?
Μετάβαση στη σελίδα
És à l·lèrgic a algun medicament?
Μετάβαση στη σελίδα
Да ли Ñте алергични на неки лек?
Μετάβαση στη σελίδα
à¹à¸žà¹‰à¸¢à¸²à¸šà¹‰à¸²à¸‡à¹„หม (male speaker) / à¹à¸žà¹‰à¸¢à¸²à¸šà¹‰à¸²à¸‡à¹„หมคะ (female speaker)
Μετάβαση στη σελίδα
Ông/ Bà có bị dị ứng với bất cứ thuốc nà o không?
Μετάβαση στη σελίδα
Ðлергичен/на ли Ñи към нÑкое лекарÑтво?
Μετάβαση στη σελίδα
Você é alérgico(a) a algum remédio?
Você é alérgico (a) a algum medicamento?
Μετάβαση στη σελίδα
Is jy allergies vir enige medikasie?
Μετάβαση στη σελίδα
Ert tú ovurviðkvæmur yvirfyri nakran heilivág
Μετάβαση στη σελίδα
Чи маєте ви алергію на ÑкіÑÑŒ ліки?
Μετάβαση στη σελίδα
Ikaw ba'y may allergy sa kahit anong gamot?
Μετάβαση στη σελίδα
Πρότζεκτ - Cardiac Cathlab Language Project