Αυθεντικό κείμενο - Φινλανδικά - olenΠαρούσα κατάσταση Αυθεντικό κείμενο
Κατηγορία Λέξη
| | Κείμενο προς μετάφραση Υποβλήθηκε από Thatyane | Γλώσσα πηγής: Φινλανδικά
olen | Παρατηρήσεις σχετικά με τη μετάφραση | <Admin's remark> This request is no longer acceptable according to our new submission rules.
|
|
Τελευταία επεξεργασία από Freya - 7 Δεκέμβριος 2010 17:37
Τελευταία μηνύματα | | | | | 20 Αύγουστος 2006 21:14 | | | I found that "olen" means "am", so you will find it most of the times in combination with "minä" which than get:
minä olen = I am |
|
|